Ιωάννης Κοζάρτσης

Η μαρτυρία του

Ιωάννης Κοζάρτσης
Η μαρτυρία του 

Ιωάννης Κοζάρτσης

Μαχητής Ρούπελ

Μαρτυρία του Ιωάννη Κοζάρτση:

“Τον Οκτώβριο του΄40, όταν κηρύχθηκε η επιστράτευση, ήμουν στο χωριό. Επιστρατεύθηκα και πήγα με τον αδερφό μου στο στρατόπεδο των Άνω Ποροΐων και καταταχθήκαμε.

Ο Ίτσιος είχε πιστόλι και εγώ με τον γεμιστή αραβίδα. Δουλειά μου ήταν να επισκευάσω το πολυβόλο σε περίπτωση βλάβης. Όλο το χειμώνα τον βγάλαμε σ΄ ένα αμπρί, που φτιάξαμε, με αφάνταστες στερήσεις. Μια νύχτα έφυγα και πήγα στο σπίτι μου.

Άλλαξα ρούχα και αυτά που φορούσα τα έβαλε η μάνα μου και τα έβρασε σ΄ έναν τενεκέ.Πέρασα από επιτροπή και με βάλανε ως τεχνίτη στο πολυβολείο Π8 όπου συνάντησα τον συγχωριανό μου, επίσης επιστρατευμένο, λοχία Ίτσιο Δημήτριο ως διοικητή, τον κληρωτό στρατιώτη πολυβολητή Παπαβασιλείου, από την Κέλη Φλώρινας και έναν συγχωριανό του γεμιστή (σ.σ. στρατιώτης Τάσκας).

Πήρα ρούχα και για τον αδερφό μου, που ήταν πάνω στα σύνορα, στα χαρακώματα, με τον λοχαγό μας τον Μαρούδη, που σκοτώθηκε στις μάχες, και του τα έστειλα. Την άνοιξη επανδρώσαμε το πολυβολείο και κάναμε υπολογισμούς αποστάσεων και αναγνωρίσεις των χώρων, ώστε όταν άρχιζε ο πόλεμος να είμαστε γνώστες.



Αποστολή μας ήταν να καλύψουμε την σύμπτυξη των τμημάτων μας σε περίπτωση που τους ανέτρεπαν οι Γερμανοί. Ήμασταν σε καλή θέση και θα χτυπούσαμε απέναντι στην πλαγιά, όπως και το Π7, που ήταν στα χίλια μέτρα περίπου και το διοικούσε και αυτό ο Ίτσιος και είχε για πολυβολητή τον χωριανό μας δεκανέα Κορδένη.
Το χωριό μας, όπως και τα γύρω χωριά, άδειασαν λίγο πρίν χτυπήσουν οι Γερμανοί και πήγαν στα χωριά του Κιλκίς.

Ξημερώματα της 6ης Απριλίου άρχισε ο πόλεμος και από τη θέση μας παρακολουθούσαμε όλο τον τομέα μας, για τυχόν διεισδύσεις. Στα βουνά, μπροστά μας, οι εκρήξεις δεν είχαν σταματημό. Κάπου κάπου μας θυμόταν κι εμάς και μας έριχναν βόμβες με τα αεροπλάνα.

Σε κάποια στιγμή, λίγο πριν το μεσημέρι, εμφανίζεται ένας αγγελιοφόρος, από τα χαρακώματα πάνω και μας λέει: «παιδιά, πάνω εκεί στα φυλάκια δεν έμεινε ούτε κεραμίδι». Κοιτάζουμε έξω, στην πλαγιά, και τι να δούμε ! Μιλιούνια κατέβαιναν.

Ήταν τόσοι πολλοί που δεν ξεχώριζες αν ήταν δένδρα ή Γερμανοί. Οι δικοί μας, όσοι μείνανε, πολεμούσαν με ό,τι τους απόμεινε και οπισθοχωρούσαν. Πάνω εκεί πέσανε πολλοί δικοί μας, αλλά και συχωριανοί μου. Ανάμεσά τους και ο Χουρσουτίδης Παναγιώτης, που ήταν διαβιβαστής σε παρατηρητήριο. Ο Ίτσιος δίνει εντολή στον Παπαβασιλείου και παίρνει τηλέφωνο στον Κορδένη, να αρχίσουν να ρίχνουν. Άρχισε και ο δικός μας πόλεμος. Ξαναρωτώ τον αγγελιοφόρο για το τι έγινε εκεί πάνω και να μου πεί λεπτομέρειες.

Επανέλαβε όσα και νωρίτερα μας είπε. Με έπιασαν οι λυγμοί, αλλά και θύμωσα πολύ -είχα αδερφό εκεί πάνω, τον Δημήτρη. Πιάνω τον Παπαβασιλείου, του λέω να κατέβει και ανεβαίνω εγώ στη θέση του.

Θέριζα! Ξέρεις τι θα πει θέριζα; Δεν ξέρεις. Έεε…ρε …που ΄ναι τα νιάτα εκείνα! Κατέβαιναν την πλαγιά κι εγώ θέριζα. Από τους συνεχείς πολυβολισμούς ζεστάθηκε πολύ η κάνη και με βρεγμένες πετσέτες την έβγαλα και έβαλα την ανταλλακτική.

Οι Γερμανοί πεζοί δεν γνώριζαν την ύπαρξη μας. Ξαναβάζω μπρός το θέρισμα. Ακούω φωνές από έξω «έρχονται τα στούκας». Μας βομβάρδιζαν και οι πεζοί τους κατέβαιναν.

Πάει ο χωριανός μου ο Κορδένης, ξέρω ακριβώς πού σκοτώθηκε.

Ο Παπαβασιλείου πήρε τη θέση του και πάλι. Οι Γερμανοί όλο και πλησίαζαν χωρίς, μερικούς, να τους δούμε γιατί το πολυβολείο μας δεν είχε θυρίδα στα πλάγια ή πίσω. Έτσι πλησίασε κάποιος από πίσω-Έλληνας ήταν, Γερμανός ήταν δεν ξέρω- και μιλώντας Ελληνικά μας είπε :

«Παιδιά παραδοθείτε, οι Γερμανοί δεν θα σας κάνουν τίποτε. Παραδοθείτε. Κατέβηκαν στον κάμπο και πάνε για τη Σαλονίκη».

Ο Ίτσιος δεν ήθελε να το πιστέψει και αρπάζοντας την αραβίδα μου χύμηξε έξω ουρλιάζοντας, γεμάτος από πατριωτισμό και πάθος.

Οι Γερμανοί ήταν πάνω και γύρω από το πολυβολείο. «Μπάγκ…».

Ανοίγω περισσότερο την πόρτα και τον βλέπω πεσμένο μπρούμυτα. Το κράνος του έπεσε κάτω. Τον χτύπησαν στο κεφάλι. Βγαίνω έξω με τα χέρια ψηλά και πάω κοντά του. Ήταν γεμάτος αίματα.

Τον γύρισα να «βλέπει» ουρανό- είναι κρίμα να βλέπει χώμα ο νεκρός- σκούπισα τα αίματα και τον σκέπασα με την χλαίνη του.

Βγήκαν και οι άλλοι. Οι Γερμανοί πλησίασαν και συζητούσαν μεταξύ τους.

Δεν μας πείραξαν. Ένας από αυτούς μας έκανε νόημα να φύγουμε. Είχε περάσει το μεσημέρι και αρχίσαμε να τρέχουμε προς το χωριό γιατί γύρω μας γινόταν ακόμη χαλασμός.

Λίγο παρακάτω συναντήσαμε το διοικητή μας ταγματάρχη Καλλονά, με ένα οπλοπολυβόλο στο χέρι, να μάχεται ακόμη. Μας είπε να φύγουμε γρήγορα και ότι θα μας έβρισκε μετά.

Συνεχίσαμε την κάθοδό μας και σε κάποια στιγμή, δεν ξέρω πώς, τραυματίστηκε στο χέρι ο Παπαβασιλείου που έδεσε το τραύμα με τον επίδεσμό του, αλλά φαίνεται ότι δεν ήξερε σωστά τη χρήση του και αιμορραγούσε. Ο Θεός με φώτισε εκείνη τη στιγμή και βγάζοντας τον δικό μου επίδεσμο τον τυλίγω σφιχτά λίγο πάνω από το τραύμα και σταμάτησα το αίμα. Είχα ακούσει ότι ο τραυματίας δεν κάνει να πιεί νερό και έτσι σε όλη τη διαδρομή δεν του το επέτρεψα. Φθάσαμε αργά στη Ροδόπολη. Τι να δούμε! Παντού Γερμανοί, σε πορεία προς το Κιλκίς.

Μόλις είδαν τον τραυματία ήρθαν κοντά μας και τον πήραν σε ασθενοφόρο και αργότερα τον πήγαν σε νοσοκομείο των Αθηνών όπου συναντήθηκε με έναν συγχωριανό μου, τραυματία από το Αλβανικό μέτωπο και του είπε να μεταφέρει τις ευχαριστίες του, διότι με το δέσιμο που του έκανα γλύτωσε το χέρι του.”

Σε ηλικία 105 ετών άφησε την τελευταία του πνοή στη Βέροια, ο ήρωας των οχυρών Ρούπελ, Ιωάννης Κοζαρτζής. ( 06/01/2023 ) Ο εκλιπών ήταν συμπολεμιστής του λοχία Δημήτρη Ίτσιου στο πολυβολείο Π8, όπου δόθηκε ιστορική μάχη.



ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Πείτε μας σκέψεις, ιδέες, προτάσεις, υποδείξεις, λάθη, ανακρίβειες

Email

newspaper@ano-porroia.site.gr

Διεύθυνση

Άνω Πορρόια, Σερρών, 62055,

Κινητό

+30.6945863564

Mockup Image